Thursday, June 21, 2012

Κάτοικοι εξωτερικού και φορολογητέο εισόδημα στην Ελλάδα του Χρήστου Ηλιόπουλου

Κάτοικοι εξωτερικού και φορολογητέο εισόδημα στην Ελλάδα Οι κάτοικοι εξωτερικού, δηλαδή οι ομογενείς που δεν έχουν μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα, αλλά σε μία άλλη χώρα, φορολογούνται για το παγκόσμιο εισόδημά τους στην χώρα που κατοικούν, δηλαδή στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία, την Γερμανία ή όπου αλλού ανά τον κόσμο. Στην Ελλάδα οι κάτοικοι εξωτερικού έχουν υποχρέωση να δηλώνουν μόνο το εισόδημά τους που τυχόν αποκτούν στην Ελλάδα, που μπορεί να προέρχεται από μισθώματα (ενοίκια), από σύνταξη ή άλλη αιτία. Όσοι, αντιθέτως, έχουν μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα, είναι υποχρεωμένοι να δηλώνουν στην Ελληνική εφορία το παγκόσμιο εισόδημά τους, δηλαδή το εισόδημα που αποκτούν όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Η βασική αρχή που ισχύει στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο κάτοικος Ελλάδος θα φορολογηθεί στην Ελλάδα τόσο για το ελληνικό όσο και για το στην αλλοδαπή κτηθέν εισόδημά του. Αν όμως έχει αποδεικτικά ότι για το εισόδημά του σε άλλη χώρα έχει καταβάλει εκεί φόρο εισοδήματος, το ποσό που κατέβαλε εκεί θα εκπέσει του φόρου που θα κληθεί να καταβάλει στην Ελλάδα, υπό την επιφύλαξη διμερών συνθηκών αποφυγής διπλής φορολογίας και λοιπών συμβάσεων που ισχύουν με κάθε χώρα. Σύμφωνα με εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών, θα ενταθούν οι έλεγχοι για να διαπιστώνεται εάν κάποιος είναι κάτοικος εξωτερικού ή Ελλάδος και στην τελευταία περίπτωση, θα επιβάλλεται υποχρεώση φορολογήσεως του παγκοσμίου εισοδήματος. Ως συνήθης θεωρείται η διαμονή στην Ελλάδα, η οποία υπερβαίνει τις 183 ημέρες συνολικώς μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Η δε διαμονή τεκμαίρεται ως συνήθης, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει διαφορετικά. Τα φυσικά πρόσωπα που δεν είναι ούτε κάτοικοι Ελλάδας, ούτε συνήθως διαμένοντες στην Ελλάδα, φορολογούνται για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα. Επομένως, ο κάτοικος ή συνήθως διαμένων στην Ελλάδα φορολογείται για το σύνολο των εισοδημάτων που αποκτά, τόσο στην ημεδαπή όσο και στην αλλοδαπή, ενώ ο κάτοικος αλλοδαπής φορολογείται στην Ελλάδα μόνο για το εισόδημα που αποκτά από πηγές Ελλάδος. Κατά τον Ελληνικό Αστικό Κώδικα το πρόσωπο έχει ως κατοικία τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του. Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες. Η δε κατοικία διατηρείται ωσότου αποκτηθεί νέα. Αν δεν μπορεί να αποδειχθεί η κατοικία του προσώπου, ως κατοικία θεωρείται ο τόπος της διαμονής του. Κατά την εγκύκλιο, τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνουν ότι υπόκεινται σε φόρο μόνο για το εισόδημά τους που προκύπτει στην Ελλάδα, (είναι δηλ. κάτοικοι εξωτερικού) είναι υποχρεωμένα να προσκομίσουν τα δικαιολογητικά που θα προσδιορίζονται με υπουργική απόφαση. Η μη υποβολή τους ή η εκπρόθεσμη υποβολή τους συνεπάγεται ότι θα θεωρούνται κάτοικοι Ελλάδος και θα φορολογούνται στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά τους. Αν ο υπόχρεος σε δήλωση μεταφέρει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός Ελλάδος, θα συνεχίσει να υπόκειται σε φόρο στην Ελλάδα, για το παγκόσμιο εισόδημά του, για χρονικό διάστημα πέντε ετών, το οποίο αρχίζει από την υποβολή της δήλωσης μεταβολής της κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Wednesday, June 13, 2012

Άτυπη μεταβίβαση ακινήτου χωρίς συμβόλαιο του Χρήστου Ηλιόπουλου

Είναι βασική αρχή του ελληνικού δικαίου ότι για να αποκτήσει κάποιος ακίνητο στην Ελλάδα πρέπει να συνταχθεί και υπογραφεί συμβόλαιο σε συμβολαιογράφο, το οποίο ακολούθως πρέπει να μεταγραφεί στο υποθηκοφυλακείο ή στο κτηματολογικό γραφείο. Εξαίρεση της υποχρεωτικής μεταβίβασης ακινήτου μόνο με συμβόλαιο είναι η χρησικτησία, στην οποία η κυριότητα ακινήτου μπορεί να αποκτηθεί μετά από εικοσαετή χρήση του (έκτακτη χρησικτησία), έστω κι αν δεν υπογραφεί και μεταγραφεί συμβόλαιο, εφόσον αποδειχθεί ότι η μακροχρόνια χρήση άνω των είκοσι ετών ήταν με την πεποίθηση της κτήσεως κυριότητος. Στην υπ’αριθ. 621/2004 απόφασή του ο Άρειος Πάγος έκρινε υπόθεση στην οποία κατά τα έτη 1944 και 1965 έλαβαν χώρα άτυπες μεταβιβάσεις της νομής ενός ακινήτου στην Κερασίτσα Αρκαδίας. Συγκεκριμένα, το ακίνητο που ήταν οικόπεδο με κτίσμα, ανήκε αρχικώς στον πατέρα, ο οποίος το μεταβίβασε (δώρησε) διά λόγου και όχι με συμβόλαιο στην σύζυγό του το 1944, λίγο πριν αποβιώσει. Επομένως, μετά τον θάνατό του το ακίνητο δεν περιελήφθη στην κληρονομία του, διότι το είχε δωρήσει στην γυναίκα του, άρα οι κληρονόμοι του (γυναίκα και παιδιά του) δεν το κληρονόμησαν, αλλά αυτό είχε περιέλθει κατά τη νομή του στην γυναίκα του και μόνο. Σημειώνεται ότι ενώ για την μεταβίβαση της κυριότητος ακινήτου απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή αυτού, για την μεταβίβαση της νομής αρκεί και άτυπη πράξη, χωρίς συμβόλαιο. Η μητέρα (σύζυγος του αρχικού κυρίου) κράτησε το ακίνητο αυτό από το 1944 έως το 1965, δηλαδή για χρονικό διάστημα πάνω από 20 χρόνια, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι το 1964 απέκτησε την κυριότητά του με έκτακτη χρησικτησία. Το 1965 η μητέρα δώρησε ατύπως πάλι, χωρίς συμβόλαιο, το ακίνητο στην μία κόρη της, η οποία αν και ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το κράτησε ως δικό της, είτε με δικές της ενέργειες απ’αυτού, είτε με ενέργιες συγγενών της, κατόπιν όμως δικών της οδηγιών. Το 1992 ένας αδελφός της κόρης εισήλθε στο ακίνητο και το κατέλαβε, υποστηρίζοντας ότι είναι δικό του. Ο κόρη που το είχε λάβει με άτυπη δωρεά από την μητέρα της το 1965, άσκησε αγωγή στο Πρωτοδικείο Τριπόλεως, το οποίο την δικαίωσε, με το αιτιολογικό ότι η μητέρα είχε γίνει κυρία του ακινήτου με νομή αυτού για πάνω από 20 χρόνια (1944 έως 1965), ενώ η κόρη είχε γίνει κυρία αυτού επίσης με χρησικτησία, με άσκηση νομής για πάνω από 20 έτη, από το 1965 που της το δώρησε ατύπως η μητέρα της, μέχρι το 1992, όταν ο αδελφός της το κατέλαβε αποβάλλοντάς την από τη νομή. Ο ηττηθείς διάδικος άσκησε έφεση, αλλά και το Εφετείο Ναυπλίου έκρινε με τον ίδιο τρόπο, δικαιώνοντας την κόρη. Ο αντίδικος άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο, ο οποίος επικύρωσε τις αποφάσεις των δύο πρώτων δικαστηρίων, διότι έκρινε ότι για την μεταβίβαση της νομής (από τον σύζυγο προς την σύζυγό του το 1944 και από την μητέρα στην κόρη το 1965), δεν ήταν αναγκαία η σύνταξη συμβολαίου. Επίσης έκρινε ότι ισχύει μεν ο κανόνας ότι για την κτήση κυριότητος μεταξύ συγκυρίων απαιτείται όχι απλή άσκηση νομής αλλά και γνωστοποίηση προς τον συγκύριο περί της ενάρξεως ασκήσεως αποκλειστικής νομής, αλλά ότι αυτός ο κανόνας δεν ισχύει όταν δεν έχει σχηματισθεί κληρονομία και συγκυριότητα επί ενός εκινήτου. Αυτό συνέβη και στην ανωτέρω υπόθεση, όπου ο πατέρας το 1944 είχε μεταβιβάσει τη νομή του ακινήτου στην σύζυγό του και έτσι όταν αργότερα ο πατέρας απεβίωσε, το συγκεκριμένο ακίνητο δεν ήταν μέρος της κληρονομίας του για να κληρονομηθεί από σύζυγο και τέκνα του και να σχηματισθεί συγκυριότητα, αλλά ανήκε κατά τη νομή ολόκληρο στην σύζυγό του και μόνο, η οποία όταν μετά είκοσι έτη κατέστη κυρία αυτού, εδύνατο να μεταβιβάσει με την σειρά της ατύπως τη νομή στην κόρη της, ώστε εφόσον κι εκείνη ασκούσε νομή επί είκοσι τουλάχιστον έτη, θα μπορούσε, όπως και τελικώς έγινε, να καταστεί κυρία αυτού με χρησικτησία. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Thursday, June 7, 2012

Άρνηση οικοπεδούχου να μεταβιβάσει διαμέρισμα στον εργολάβο του Χρήστου Ηλιόπουλου

Η «αντιπαροχή» είναι θεσμός και πρακτική που λειτουργεί στην Ελλάδα επί δεκαετίες. Κατά την σύμβαση της αντιπαροχής ο οικοπεδούχος, αν δεν διαθέτει χρήματα για να ανοικοδομήσει το οικόπεδό του, συμφωνεί με τον εργολάβο να του κτίσει εκείνος χωρίς χρήματα την οικοδομή (συνήθως πολυκατοικία, ή κατοικίες στο ίδιο οικόπεδο) και ο οικοπεδούχος ως αντάλλαγμα μεταβιβάζει στον εργολάβο μέρος των διαμερισμάτων ή των κατοικιών που κτίζονται, ώστε ο εργολάβος να τα πουλήσει και να βγάλει τα έξοδα και το κέρδος του. Με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο (ανέγερση της πολυκατοικίας ή των κατοικιών) και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή, (δηλαδή την μεταβίβαση π.χ. των έξι από τα δέκα διαμερίσματα στον εργολάβο, ώστε αυτά να πωληθούν σε τρίτους και ο εργολάβος να λάβει τα χρήματα από τις πωλήσεις). Η αμοιβή του εργολάβου καταβάλλεται κατά την παράδοση του έργου. Αν η παράδοση του έργου και η καταβολή της αμοιβής συμφωνήθηκε να γίνουν τμηματικώς, η αμοιβή καταβάλλεται μόλις γίνει η παράδοση κάθε τμήματος. Μπορεί δηλ. να έχει συμφωνηθεί ότι ο οικοπεδούχος θα μεταβιβάσει στον εργολάβο συνολικώς έξι από τα δέκα διαμερίσματα, που αντιστοιχούν σε 600 χιλιοστά επί του οικοπέδου και η μεταβίβαση των πρώτων 300 χιλιοστών θα γίνει όταν ο εργολάβος κατασκευάσει συγκεκριμένο τμήμα του έργου, των υπολοίπων 200 χιλιοστών, όταν ο εργολάβος κατασκευάσει και παραδώσει ένα επόμενο τμήμα του έργου, ενώ τα τελευταία 100 χιλιοστά θα μεταβιβασθούν από τον οικοπεδούχο με την ολοκλήρωση και των κοινοχρήστων χώρων, κλιμακοστασίου, υπογείων, περιβάλλοντος χώρου κλπ. Στην υπ’ αριθ. 183/2011 απόφασή του ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η αμοιβή του εργοδότη προς τον εργολάβο μπορεί να συμφωνηθεί, είτε σε χρήματα, είτε σε παροχή οποιουδήποτε είδους και συνεπώς και σε υπόσχεση μεταβίβασης της κυριότητας ακινήτου πράγματος, όπως αυτό μπορεί να συμβεί επί συμβάσεως, κατά την οποία ο κύριος του οικοπέδου (εργοδότης) αναθέτει σε άλλον (εργολάβο) την ανέγερση πάνω σ' αυτό πολυκατοικίας με την συμφωνία ότι θα διατηρήσει την κυριότητα ορισμένου ποσοστού εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου και θα μεταβιβάσει λόγω αμοιβής στον εργολάβο ή σε τρίτα πρόσωπα που θα του υποδείξει αυτός, τα υπόλοιπα ποσοστά εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου με τα αντίστοιχα διαμερίσματα ή άλλης φύσεως αυτοτελείς οριζόντιες ή κάθετες ιδιοκτησίες. Καταβάλλεται δε η αμοιβή κατά την παράδοση του έργου, εκτός αν η παράδοση τούτου γίνεται τμηματικά, οπότε καταβάλλεται με την παράδοση κάθε τμήματος. Έτσι στην τελευταία αυτή περίπτωση, αν ο εργοδότης – οικοπεδούχος δεν του μεταβιβάζει και τα τελευταία υπολειπόμενα ποσοστά, ο εργολάβος έχει δικαίωμα να διεκδικήσει την αμοιβή του, επικαλούμενος την αποπεράτωση και παράδοση του έργου, με την επιδίωξη της μεταβίβασης με καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως, κατά κυριότητα σ' αυτόν των υποσχεθέντων ποσοστών εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου πάνω στο οποίο ανεγέρθηκαν οι αυτοτελείς οριζόντιες ή κάθετες ιδιοκτησίες. Στην συγκεκριμένη υπόθεση ο εργολάβος ανέλαβε να ανεγείρει την οικοδομή και να λάβει ως αντάλλαγμα τα 640 χιλιοστά του οικοπέδου, που αντιστοιχούσαν σε ορισμένα διαμερίσματα, μαζί με αποθήκες και χώρους σταθμεύσεως. Ο εργολάβος εκτέλεσε πράγματι το έργο και ανήγειρε την πολυκατοικία, ο οικοπεδούχος του μεταβίβασε τμηματικώς τα περισσότερα από τα διαμερίσματα, όπως είχαν συμφωνήσει, στο τέλος όμως του έργου δεν του μεταβίβαζε τα τελευταία 48 χιλιοστά, που αντιστοιχούσαν σε ένα διαμέρισμα και μία αποθήκη με θέση σταθμεύσεως, διότι ο εργολάβος είχε παραδώσει το έργο με κάποιες παραλείψεις, οι οποίες όμως αν και υπαρκτές, όπως κρίθηκε, δεν ήταν τόσο ουσιώδεις ώστε να θεωρείται ότι ο εργολάβος δεν παρέδωσε αυτό που είχε υποσχεθεί, αλλά κάτι διαφορετικό. Τελικώς, τόσο τα δύο πρώτα δικαστήρια της ουσίας, όσο και ο Άρειος Πάγος έκριναν ότι ο οικοπεδούχος για αυτού του είδους τις παραλείψεις εκ μέρους του εργολάβου, δεν εδικαιούτο να παρακρατά την κυριότητα του διαμερίσματος με αποθήκη και θέση σταθμεύσεως, ήτοι τα 48 χιλιοστά και υποχρεώθηκε σε δήλωση βουλήσεως, δηλαδή ουσιαστικώς σε μεταβίβαση με συμβόλαιο των τελευταίων αυτών 48 χιλιοστών, ακόμα κι αν ο ίδιος ο οικοπεδούχος δεν ερχόταν να υπογράψει την μεταβίβαση. Τα δικαστήρια έκριναν ότι για τις παραλείψεις του εργολάβου ο οικοπεδούχος εδικαιούτο να ζητήσει μείωση του εργολαβικού ανταλλάγματος ή αποζημίωση, ωστόσο κατά τον κρίσιμο χρόνο των δικαστηρίων δεν το ζήτησε με τον τρόπο που έπρεπε με αποτέλεσμα να μην δικαιούται αργότερα να αρνηθεί την μεταβίβαση προς τον εργολάβο και του τελευταίου τμήματος της εργολαβικής αμοιβής. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr